«Ελιές κοντούλες φουντωτές, πράσινες

και ασημένιες, κι άλλες ψηλές θεόρατες στητές

και μαγεμένες. Άλλες καινούριες νεαρές

όμορφες κοπελούδες κι άλλες χιλιόχρονες

γριές με ζαρωμένες φλούδες.»

( Αμαλία Καραγιάννη- Χαλκιά)

 

Η ελιά είναι από τις παλαιότερες καλλιέργειες στη Γή. Ευρήματα από την αρχαιότητα δείχνουν ότι η καλλιέργειά της ξεκίνησε πριν από 7000 χρόνια ενώ απολιθωμένα φύλλα ελιάς που βρέθηκαν, υπολογίζονται έως και 60.000 έτη. Σε ένα νόμισμα του 600 π. Χ., σε ένα στατήρα, απεικονίζονται δυο αντικριστά κεφάλια μοσχαριών και ανάμεσά τους ένα κλαδάκι ελιάς. Στους Ολυμπιακούς αγώνες, οι πρόγονοί μας στεφάνωναν με κότινο, ένα κλαδάκι ελιάς, τους νικητές στα αγωνίσματα.

 

Οι περιοχές προέλευσής της θεωρούνται η Συρία και η Μ. Ασία, αν και αγριελιές διάσπαρτες συναντάμε σε όλη τη λεκάνη τηςΜεσογείου. Σήμερα η συντριπτική πλειοψηφία των ελαιόδεντρων υπάρχουν στις Μεσογειακές χώρες. Έτσι και στη Λέσβο η καλλιέργεια της ελιάς ξεκίνησε από την αρχαιότητα όπως μαρτυρούν αρχαιολογικά ευρήματα. Κατά τη Ρωμαϊκή περίοδο φυτεύτηκαν αρκετοί ελαιώνες στο νησί. Τα ελαιόδεντρα σήμερα υπολογίζονται στα 11.000.000 σε συνολική έκταση 400.000 στρεμμάτων ( περίπου το 1/4 της συνολικής επιφάνειας του νησιού).

 

Πηγές αναφέρουν ότι μέχρι την Τουρκοκρατία το νησί ήταν φημισμένο κυρίως για τα αμπέλια του, όμως μετά την άλωση της Λέσβου από τους Οθωμανούς, λόγω της απαγόρευσης της χρήσης του αλκοόλ, από την Ισλαμική θρησκεία, έστρεψε την παραγωγή από το κρασί στο λάδι. Η μονοκαλλιέργεια της ελιάς φαίνεται πως επιβλήθηκε από το Οθωμανικό κράτος, με στόχο την εξασφάλιση της πρωτεύουσάς του Κωνσταντινούπολης με επαρκή αποθέματα ελαιολάδου και σαπουνιού, αφού για ανάλογο λόγο είχε επιβληθεί και στη γειτονική Χίο η καλλιέργεια του μαστιχόδεντρου και η αποκλειστική εκμετάλλευση της μαστίχας.

 

Από τις αρχές του 17ου αιώνα, η Λεσβιακή οικονομία θα εξαρτηθεί αποκλειστικά από τη μονοκαλλιέργεια της ελιάς, η οποία θα υποκαταστήσει σε μεγάλο βαθμό τις λοιπές εκμεταλλεύσεις, πλην της αυτοφυούς βαλανιδιάς στο δυτικό νησί. Ελαιοτριβεία, σαπωνοποιεία και πυρηνελαιουργεία χτίστηκαν στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα. Πρόκειται για κτίρια αξιόλογης αρχιτεκτονικής αξίας που αρκετά από αυτά έχουν διασωθεί και ανακαινιστεί, όπως στον Παπάδο (Μουσείο Βρανά) στην Αγία Παρασκευή, στο Μανταμάδο και βέβαια στον Πολιχνίτο.

 

Η ελιά είναι αειθαλές, αιωνόβιο, καρποφόρο δέντρο που συναντάται σε άγρια και ήμερη μορφή. Το ύψος του δέντρου μπορεί να φτάσει τα 20 μέτρα, ευδοκιμεί σε περιοχές με υψόμετρο μέχρι 900 μέτρα, θερμοκρασία από -3 μέχρι και 36 βαθμούς Κελσίου, με βροχοπτώσεις από 300 έως 600 χιλιοστά το χρόνο, σε φτωχά αβαθή, ουδέτερα ή ελαφρά αλκαλικά εδάφη. Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του Λεσβιακού ελαιώνα είναι τα σέτια ή πεζούλες. Τα έφτιαχναν σε πλαγιές λόφων για να συγκρατείται το χώμα και να είναι επίπεδο το έδαφος. Αυτή δε η ιδιαιτερότητα νομίζουμε ότι είναι και το συγκριτικό πλεονέκτημα του Λεσβιακού ελαιώνα από όλους τους υπόλοιπους της πατρίδας μας, γιατί η ιδιαιτερότητα του εδάφους και το δυσπρόσιτο των δέντρων από μόνα τους δημιουργούν τις προϋποθέσεις για το βιολογικό του τελικού προϊόντος.

 

Το 1850 έγινε στο νησί μας η μεγάλη παγωνιά. Η θερμοκρασία έπεσε στους -8 Κελσίου, μετά από πολλές βροχές και συνεχείς νοτιάδες μέχρι αρχές του Μάρτη.Τα περισσότερα δέντρα πάγωσαν. Για πολλά χρόνια, όλοι θυμούνται τη «μεγάλη καμάδα». Ήταν και η αιτία μετακίνησης μεγάλου πληθυσμού του νησιού για επιβίωση κυρίως στην Αίγυπτο. Μετά από αυτό, οι Λέσβιοι ξωμάχοι βάλθηκαν να ξαναζωντανέψουν τον λεσβιακό ελαιώνα. Φύτεψαν καινούργια δέντρα. Επικράτησαν δυο ποικιλίες που παραμένουν μέχρι και στις μέρες μας. Η «κολοβή» ελιά και η «αδραμυττινή» που την έφεραν από το απέναντι Αδραμύττι. Μια άλλη ποικιλία είναι η λαδολιά που μας χαρίζει τις πεντανόστιμες «ρουπάδες». Σε μερικές δεκαετίες η παραγωγή λαδιού, έφτασε στους 12000 τόνους, ενώ το 1912 στους 15000. Άρχισαν τότε να χτίζονται και πολλά ελαιοτριβεία. Στην αρχή ήταν ζωοκίνητα ή χειροκίνητα. Μετά χρησιμοποιήθηκε η δύναμη του ατμού. Μάλιστα το νησί μας ήταν το πρώτο μέρος στην Ελλάδα που χρησιμοποίησε ατμοκίνητα ελαιοτριβεία. Εκεί που σήμερα βρίσκεται η Τράπεζα της Ελλάδος στην προκυμαία της Μυτιλήνης, χτίστηκε το 1853 το πρώτο ατμοκίνητο ελαιοτριβείο.

 

Το λάδι ξέρουμε ότι αποτελεί την πρώτη ύλη για την παραγωγή του σαπουνιού. Πολλοί Λέσβιοι επιχειρηματίες κέρδισαν τεράστια χρηματικά ποσά από το λάδι και το σαπούνι. Ο Πάνος Κουρτζής, ένας δραστήριος Μυτιληνιός επιχειρηματίας, προμήθευε για πολλές δεκαετίες τον οθωμανικό στρατό με σαπούνια και βρώσιμες ελιές. Αλλά και σήμερα, στο ελαιόλαδο στηρίζεται σε ένα μεγάλο μέρος η βιομηχανία του νησιού μας.

 

« Ο ελαιώνας δεν έχει χειμώνα. Δε θυμίζει ποτέ το θάνατο.Στο ακράτο του χώμα δεν κρύβεται υποψία φθοράς. Ταξιδεύει στον αγέρα της γαλάζιας μοναξιάς του. Οι θαλλοί των κλαδιών ξεπετιούνται λάμποντας ασήμι, γιομάτο ελπίδες για καλή σοδειά.» Θανάσης Παρασκευαΐδης, απόσπασμα από το βιβλίο του «Τα λιόδεντρα και οι ξωμάχοι πάνω στη Λέσβο».

 

Η Λέσβος κατέχει την πρώτη θέση στην Ελλάδα σε ελαιόδεντρα ανά κάτοικο. Έτσι, σε κάθε Λέσβιο αντιστοιχούν 113 δέντρα, όταν στην Κρήτη αντιστοιχούν 48 και στη Σάμο 40. Το λάδι το χρησιμοποιούμε σε όλα σχεδόν τα φαγητά μας. Αλλά μας είναι απαραίτητο και στη λατρεία μας. Μ’ αυτό ανάβουμε το καντήλι, αυτό προσφέρουμε στην αρτοκλασία, αυτό μας χρειάζεται στα βαφτίσια των μωρών. Οι αρχαίοι Έλληνες με λάδι έτριβαν το σώμα τους στο γυμναστήριο και με λάδι στα λυχνάρια φωτίζονταν τη νύχτα.

 

« Κανένα ίσως μέρος της παλιάς Ελλάδας δεν είναι τόσο πυκνοσκεπασμένο από το ειρηνοφόρο κλαδί, όσο η κατάφυτη Μυτιλήνη. Ολάκαιρο το νησί βαραίνει από το φορτίο της ελιάς και τίποτα θαρρείς δεν πιάνει κοντά της να ξεμυτίσει.» Πάνος Ταγκόπουλος 1929.

 

Όμως δεν είναι μόνο το λάδι που μας δίνει η ελιά. Από τον ελαιόκαρπο τίποτα δεν πάει χαμένο. Από την πυρήνα, το κατάλοιπο δηλ. Της ελιάς, παίρνουμε το πυρηνέλαιο. Με αυτήν την πυρήνα ζέσταιναν και ζεσταίνουν το νερό στα ελαιοτριβεία.Οι άνθρωποι των χωριών μέχρι και πριν μερικά χρόνια έβαζαν «πυρήνα» στα μαγκάλια τους για να ζεσταθούν.

 

Εδώ θα θέλαμε να σταθούμε λίγο και να σας ενημερώσουμε για τις νέες δυνατότητες που υπάρχουν με τη χρήση των παραγώγων της ελιάς και κυρίως της καρδιάς της, που είναι η πυρήνα. Η κρίση έχει και τη θετική πλευρά της.

 

Όταν η αγορά πετρελαίου θέρμανσης έγινε απαγορευτική για το μέσο Ελληνικό βαλάντιο, το νησί μας βρέθηκε σε πλεονεκτική θέση, διαθέτοντας το καταπληκτικό καύσιμο που λέγεται πυρηνόξυλο. Είναι προϊόν τελικής επεξεργασίας της πυρήνας στα δυο πυρηνουργεία που διαθέτει η Λέσβος. Ένα προϊόν υψηλής θερμιδικής απόδοσης και φθηνό. Αφού στα πυρηνουργεία αφαιρέσουν το πυρηνέλαιο, στη συνέχεια με ξήρανση, προκύπτει το πυρηνόξυλο το οποίο μπορεί να καεί σαν βιοκαύσιμο, με υψηλή θερμιδική απόδοση, ελάχιστα κατάλοιπα, οικολογικό και ανανεώσιμο. Από την πυρήνα στο μαγκάλι λοιπόν, η κρίση μάς ταρακούνησε και ανακαλύψαμε ότι το νησί διαθέτει δικό του καύσιμο, οικολογικό και ανανεώσιμο. Μέχρι τώρα, οι έξυπνοι Ιταλοί και Εγγλέζοι φόρτωναν κάθε χρόνο μεγάλες ποσότητες πυρηνόξυλου και με αυτό λειτουργούσαν εργοστάσια παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Η ειρωνεία είναι ότι η φόρτωση γινόταν δίπλα στο εργοστάσιο της δικής μας ΔΕΗ, που οι «πλούσιοι» Έλληνες λειτουργούν με εισαγόμενο πετρέλαιο. Η κρίση λοιπόν έβαλε το ελληνικό δαιμόνιο και δούλεψε και έτσι δραστηριοποιήθηκαν κάποιοι ικανοί και ανήσυχοι συμπατριώτες μας, εγκαθιστώντας υπερσύγχρονες μονάδες θέρμανσης με βάση το υλικό της επεξεργασμένης πυρήνας.

 

Εδώ παρενθετικά θα θέλαμε να σας ενημερώσουμε ότι πλέον η επεξεργασία της πυρήνας προχώρησε παραπέρα. Το σύγχρονο εργοστάσιο παραγωγής «πέλλετ πυρήνας» που λειτουργεί ήδη στο νησί μας, του οποίου μάλιστα ιδρυτικό μέλος είναι και ο συγχωριανός μας Στρατής Γόμος, μπορεί πλέον με περισσότερη επεξεργασία να εξάγει σαν τελικό προϊόν μόνο το κουκούτσι της ελιάς, ένα τέλειο καύσιμο, ανταγωνιζόμενο ισάξια το πετρέλαιο. Έτσι η Λέσβος είναι πρωτοπόρος στα νέα δεδομένα στο χώρο της θέρμανσης πανελλαδικά διαθέτοντας τεχνογνωσία που μπορεί να την βάλουν μπροστά στο σύγχρονο ενεργειακό τοπίο που διαμορφώνεται.

 

Τη χρονιά που μας πέρασε, τα σχολειά μας υπέφεραν πολύ από τον βαρύ χειμώνα που μας προέκυψε. Το πετρέλαιο, η πολιτεία μας το έδινε με το σταγονόμετρο. Πραγματικά κρυώσαμε. Έτσι με κοινή συνεργασία όλων των σχολείων του χωριού μας, Γυμνασίου, Λυκείου, Δημοτικού και Νηπιαγωγείου, αποφασίσαμε να στραφούμε στα εναλλακτικά καύσιμα με βάση την πυρήνα. Μετά από πολύ αγώνα και συντονισμένες προσπάθειες, είμαστε στην ευχάριστη θέση να σας ανακοινώσουμε ότι εντός του Ιουλίου θα τοποθετήσουμε, στα δυο σχολικά συγκροτήματα, δυο σύγχρονες μονάδες θέρμανσης εναλλκτικών καυσίμων με βάση την πυρήνα, το ελιοκούκουτσο και το olive pellet. Έτσι τα σχολεία μας, ως οφείλουν, είναι πρωτοπόροι στις εξελίξεις που έρχονται, μπαίνουν δυναμικά στα νέα δεδομένα και κυρίως θα δημιουργήσουν συνθήκες θέρμανσης ανθρώπινες για τα παιδιά μας και μάλιστα οικολογικά και φθηνά. Με το δεδομένο μάλιστα ότι προσφέρθηκε από ελαιοτριβείο του χωριού μας δωρεάν το καύσιμο για τα δυο σχολικά συγκροτήματα και το οποίο ευχαριστούμε θερμά, ευελπιστούμε ότι ο επόμενος χειμώνας θα βρει τα σχολεία οχυρωμένα από το κρύο για το καλό των παιδιών μας. Για το θέμα αυτό θα επανέλθουμε με νεώτερη ανακοίνωση. Στο σημείο αυτό θα θέλαμε να ευχαριστήσουμε για μια ακόμη φορά τον σύλλογο Πολιχνιατών Αθήνας, που όπως πάντα αρωγός των προσπαθειών των σχολείων μας, μας επιδότησε με το ποσό των 1000 ευρώ, για το κόστος εγκατάστασης. Τους ευχαριστούμε θερμά.

 

Συνεχίζοντας για την ελιά, θα θέλαμε να σταθούμε και στα έθιμα που έχουν σχέση με το ευλογημένο τούτο δέντρο. Την παραμονή της πρωτοχρονιάς οι αγρότες θα κόψουν ένα καινούργιο βλαστό φορτωμένο με ελιές και θα τον κρεμάσουν δίπλα στα εικονίσματα.

 

Στο λιομάζεμα, αφού πρώτα ωριμάσει ο καρπός, θα μαζευτεί μέσα στα τσουβάλια και θα μεταφερθεί στο εργοστάσιο. Εκεί θα πλυθεί, θα απομακρυνθούν τα φύλλα και θα πάει στο σπαστήρα για να μετατραπεί σε πυκνόρρευστο πολτό. Αυτός ο πολτός θα περιστραφεί αρκετή ώρα μέσα στους μαλακτήρες και από εκεί θα φύγει το λάδι που είναι ανακατεμένο με το νερό. Στο «λαβάλ» θα γίνει ο διαχωρισμός τους με τη μέθοδο της φυγοκέντρισης και μετά το πρασινόξανθο προϊόν θα μεταφερθεί στις αποθήκες και στις στέρνες.

 

Η ελιά ήταν πηγή έμπνευσης για πολλούς καλλιτέχνες Έλληνες και ξένους: Κανέλλης, Αξιώτης, Παρασκευαΐδης, Καλλιπολίτη, Bunz, Μανιατόπουλος, Καλλιγιάννης έχουν φιλοτεχνήσει πίνακες ζωγραφικής με θέμα την ελιά.

 

« Το εργοστάσιο στη Σκάλα. Ένας μεγάλος ελιόμυλος με τέσσερις πρέσες. Στα λιομαζώματα ανεβοκατεβαίνει ο κόσμος, αρχίζει η μεγάλη εποχή για τον τόπο. Οι μαζώχτρες ξεχύνονται παρέες-παρέες φορούν χρωματιστά σαλβάρια, κλαδωτές μπότες, κουνούν το καλαμένιο καλάθι με τις γαλάζιες χάντρες στο μπράτσο. Τα χωράφια και οι δρόμοι είναι γεμάτοι ραβδιστάδες και εργάτες από το λιοτρίβι. Όλο το χειμώνα, όσο δουλεύει η ελιά, οι χωριανοί έχουν για ξυπνητήρι τη μπουρού του ελιόμυλου. Είναι μια δυνατή σφυρίχτρα που ουρλιάζει μες τη μαύρη νύχτα. Η φωνή της γεμίζει αντίλαλο τα ράχτα και τις λαγκαδιές, ανεβαίνει ως το χωριό και το ξεσηκώνει στο πόδι». Στρατής Μυριβήλης.

 

Κλείνουμε με το λεξιλόγιο της ελιάς και μια στατιστική για την παραγωγή των τελευταίων χρόνων:

 

Αμούρη: Το νερό που βγαίνει από τη φυγοκέντριση του λαδιού. Διοχετεύεται έξω από το εργοστάσιο.

Αξαγή: Η πληρωμή του εργοστάσιου για την έκθλιψη του καρπού.

Καπίρα: Ψωμί, συνήθως ψημένο που βουτιέται μέσα σε φρέσκο λάδι.

Μπασκιά: Τα παλιά πιεστήρια.

Μπουρού: Η σειρήνα του εργοστασίου.

Μόδι: Μονάδα μέτρησης που ισοδυναμεί με 640 κιλά ελιάς.

 

Παραγωγή του λαδιού στο νησί μας τα τελευταία χρόνια:

 

Ελαιοκομική περίοδος   Παραγωγή λαδιού (τόνοι)

1997-98                                                5.422

1998-99                                                38.012

1999-2000                                            4.147

2000-01                                                26.484

2001-02                                                2.433

2002-03                                                27.851

2003-04                                                5.971

2004-05                                                12.096

2005-06                                                20.148

2006-07                                                3.660

2007-08                                                7.529

2008-09                                                6.975

Πηγή: Διεύθυνση Γεωργικής Ανπτυξης Νομαρχίας Λέσβου