Στα τελευταία τεύχη του Πολιχνιάτικου Λόγου, ο Τάσος Μακρής, σε σειρά άρθρων του, ασχολείται με την οικολογική κρίση στον τόπο μας και τις πολύπλευρες περιβαλλοντικές πιέσεις που δέχεται ο Κόλπος Καλλονής. Ιδιαίτερα αναδεικνύει την υποβάθμιση που έχει συντελεσθεί στον κόλπο από την εντατικοποίηση της αλιείας τις τελευταίες δεκαετίες, με την εκμηχάνιση του αλιευτικού στόλου, τη χρήση εργαλείων με ιδιαίτερα καταστροφικά αποτελέσματα (λαγκάμνες, δίχτυα με μάτια μικρού διαμετρήματος, άλτα και ανθεκτικά δίχτυα, κλπ.), την μη τήρηση της νομοθεσίας (π.χ. εγκαταλειμμένα χταποδόδιχτα στη θάλασσα καθόλη τη διάρκεια του έτους), την έλλειψη επιστημονικής έρευνας, σχεδίου διαχείρισης και πολιτικών προστασίας εστιασμένων στον τύπο των οικοσυστημάτων που απαντώνται στο Βόρειο Αιγαίο.

 

Ως επιστήμονας στον τομέα του περιβάλλοντος τα τελευταία 25 χρόνια, με ελάχιστες από τις παραπάνω επισημάνσεις θα μπορούσα να διαφωνήσω. Πράγματι, η κλιματική αλλαγή και η ρύπανση έχουν επιδεινωθεί σημαντικά τις τελευταίες δεκαετίας επηρεάζοντας αρνητικά τα θαλάσσια οικοσυστήματα, είναι όμως η εντατικοποίηση της αλιείας αυτή που έχει συμβάλλει στη μεγάλη μείωση των ιχθυαποθεμάτων στις Ελληνικές θάλλασες και σε κατάρρευση τους πληθυσμούς ορισμένων ειδών με υψηλή εμπορικότητα.

 

Δυστυχώς, τίποτα δεν προμηνύει ότι οι τάσεις αυτές θα μπορούσαν να αναστραφούν τα επομένα χρόνια. Από την μια η Πολιτεία ανίκανη να οργανώσει μια συστηματική παρέμβαση στον τομέα που θα βασίζεται στην επιστημονική έρευνα, στη διαμόρφωση ολοκληρωμένων σχεδίων διαχείρισης των οικοσυστημάτων που θα λαμβάνουν υπόψη τις ιδιαιτερότητες σε τοπική κλίμακα, στην υιοθέτηση των κατάλληλων νομοθετημάτων και στην αποτελεσματική εφαρμογή τους. Και από την άλλη μεριά οι πολίτες, ιδιαίτερα δε αυτοί που ζουν από τη θάλασσα, μοιάζουν να ενδιαφέρονται μόνο για την ακόμη μεγαλύτερη εκμετάλλευση των εναπομεινόντων πόρων (ψάρια, όστρακα, κλπ.) με τη χρήση ακόμη πιο αποτελεσματικών-καταστροφικών εργαλείων και μηχανημάτων, αδιαφορώντας για την μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του θαλάσσιου οικοσυστήματος.

 

Ξεφυλίζοντας παλιές εφημερίδες της Λέσβου, μου προκάλεσε πραγματικά μεγάλη εντύπωση το δημοσίευμα της εφημερίδας Σάλπιγξ της 8ης Ιουνίου 1919. Σύμφωνα με αυτό: «Απηγόρευσεν ο Σύνδεσμος αλιέων Πολυχνίτου εις τα μέλη του την αλιείαν εντός του κόλπου Καλλονής με γρυπάκια, λαντίσματα και βωλάσματα από 1 Μαρτίου μέχρι και 15 Αυγούστου και υπέβαλε το πρακτικόν προς τη Γεν. Διοίκησιν, την Αστυνομικήν Διεύθυνσιν Μυτιλήνης και την Οικονομικήν Εφορείαν παρακαλών όπως την απόφασίν των ταύτην περιβάλωση με το κύρος επισήμου διαταγής».

 

Σχεδόν 100 χρόνια νωρίτερα, οι ψαράδες του τόπου μας, απλοί άνθρωποι του μόχθου στην πλειονότητά τους, μπόρεσαν να διακρίνουν τις αρνητικές επιπτώσεις που είχαν ορισμένες πρακτικές τους στο οικοσύστημα, αποφασίζουν να δράσουν υιοθετώντας περιοριστικές πολιτικές, και ταυτόχρονα ζητούν από τις αρμόδιες αρχές να συνδράμουν και να εγγυηθούν την εφαρμογή αυτών των περιοριστικών μέτρων. Με άλλα λόγια αποφασίζουν να βάλουν το συλλογικό συμφέρον πάνω από το ατομικό, να δουν την μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα των δραστηριοτήτων τους αντί του εφήμερου και εύκολου κέρδους. 

 

Η απόφαση των ψαράδων του Πολιχνίτου δεν μένει ασχολίαστη από τη ίδια την εφημερίδα:

«Δεν αμφιβάλλομεν ότι αι Αρχαί ευχαρίστως θα εγκρίνωσιν αυτήν την απόφασιν δι’ ης προστατεύονται και τα συμφέροντα του Δημοσίου, αφού η κατά τους μήνας τούτους αλιεία δια των μέσων τούτων καταστρέφει και αυτόν τον γόνων των ιχθύων και συνεπώς και τα συμφέροντα του Δημοσίου.

Εκείνο όμως που θεωρούμεν επιβαλλόμενον είνε να συγχαρώμεν το φιλότιμον τούτο Σωματείον δια την πρωτοβουλία, αρμόζουσα εις ελεύθερους συνταγματικούς πολίτες οι οποίοι δεν αναμένουσι τα πάντα από τας Αρχάς αλλά κινούνται και υποδικνύουσιν ό,τι δέον γενέσθαι.

Θα ευχόμεθα τον Σύνδεσμον των αλιέων Πολυχνίτου, να εμιμούντο τα πολυάριθμα σωματεία της νήσου μας.»

 

Σχεδόν 100 χρόνια αργότερα δεν μας μένει παρά να προσυπογράψουμε την τελευταία ευχή...